Του επιμελητή ΒΑΣ.Π.ΕΦΡΑΙΜΙΔΗ
«Κορόνα, κορόνα έπαρε αούτο τοπαλαίο το δόντι μ΄ και δός με άλλο καινούργο δόντ΄, να εν άσ΄ σου σκυλίσαγλαμύτερο κι άσ΄ ση κάτας ασπρύτερο»(Το λέγανε τα παιδάκια στον Όφη, πετώνταςτο πρώτο δόντι που βγήκε, για να φυτρώσει νέο στη θέση του, στη σκεπή τουσπιτιού(Β.Ε.)
Ο λεκτικός ιδιωματισμός των Οφιτώντου Πόντου ελάχιστα διαφέρει από τον λεκτικό ιδιωματισμό των Σουρμενιτών, ενώδιαφέρει ριζικά από όλους τους άλλους ποντιακούς ιδιωματισμούς.
Χαρακτηριστικό διακριτικό γνώρισμα,εκτός των άλλων που θα δούμε παρακάτω, της οφίτικης λαλιάς από τις άλλες λαλιέςτου Πόντου, είναι η σταθερή χρησιμοποίηση του αρχικού -κ- μπροστά από φωνήεν ήδίφθογγο, αντί του -γ-, που συνηθίζεται αλλού. Οι Οφίτες λένε: καβάλ(φλογέρα) –αντί γαβάλ. Καρή(σύζυγος,γυναίκα) – γαρή. κονεύω –αντί γονεύω.Κουρεύω(στήνω) – γουρεύω κ.α.
Οι νεότεροι Οφίτες, στους οποίουςανήκει και ο υποφαινόμενος, και ιδιαίτερα εκείνοι, που έζησαν μακριά από τονβασικό όγκο των συμπατριωτών τους του Όφη, ανάμικτοι με Πόντιους άλλων περιοχώντου Πόντου και με Έλληνες του ελλαδικού χώρου, δέχθηκαν, όπως ήταν φυσικό, τηνεπίδραση των άλλων ποντιακών ιδιωματισμών και ιδιαίτερα την επίδραση τηςελληνικής, της δημοτικής.
Με την ελπίδα ότι προσφέρωελάχιστη συνεισφορά στην καθολική μελέτη και στην παραπέρα έρευνα όλων τωνστοιχείων, που συνθέτουν το ποντιακό λεκτικό ιδίωμα, σαν ενιαίο σύνολο και σαναναπόσπαστο μέρος της ελληνικής μας γλώσσας, και την οφίτικη λαλιά σαν έναστοιχείο αυτού του συνόλου, προβαίνω στη συγκέντρωση και σύνθεση των στοιχείωντων βασικότερων και θεμελιακών διαφορών, που υπάρχουν ανάμεσα στον οφίτικολεκτικό ιδιωματισμό και στους άλλους, κοινούς σχεδόν, ιδιωματισμούς των άλλωνπεριοχών του Πόντου.
Και αρχίζουμε με το αρνητικό μόριο«ού».
Το μόριο «ου» στον λεκτικόιδιωματισμό των Οφιτών είχε πάντα τη σημασία του αρχαίου: δεν: ου πάω, ου θέλω, ου πορώ(δεν μπορώ).Αργότερα το «ου»έγινε «ουκί»(πιθανόν από τον άλλο τύπο «ουκ» και το φωνήεν -ι-,χάριν ευφωνίας) και μεταγενέστερα, κατά συγκοπή και αποβολή του «ου», «΄κι»:΄κι παίζω, ΄κι θέλω, ΄κ’ έχω.
Άλλη περιφραστική αρνητική έκφρασητων Οφιτών ήταν η «ουκένά» και μεταγενέστερα «΄κένα» και απέδιδε την αντίστοιχητων άλλων περιοχών «΄κιθά»: «ουκένα» τρως: «΄κένα»τρως (δεν θα φας). Με τοντύπο αυτό και με την προσθήκη του μορίου «μη» άτονου η πρόταση μετατρέπονταν σεερωτηματική: ΄κένα πας μη;(δεν θα πας;). Η ερωτηματική αυτή πρόταση προφέροντανσυνήθως παρατεταμένα: ΄Κένα δεβάεις μη;(δεν θα διαβάσεις;). Ε πατσή, ‘κένα κάμεις μη…;(δεν θα γνέθεις, καλέ;).Υπενθυμίζουμε ότι η λέξη «πατσή» έχει την έννοια κόρη, κορίτσι, κοπέλα και τοδίψηφο «τσ» προφέρεται σκληρά, όπως στις λέξεις τσέπη, τσαρούχι. Πιστεύω ότι τοάτονο μόριο «μη» προήλθε από συγκοπή του ενδοιαστικού «μήπως».
Επειδή το μόριο «ου» και με τιςτρεις μορφές του συντάσσεται, όπως ακριβώς και στην αρχαία, με ρήμα, είναιανάγκη, προτού προχωρήσουμε στο κεφάλαιο των ρημάτων, να υπενθυμίσουμε ότισυντάσσονταν πάντα με υποταχτικήέγκλιση, άσχετα αν ο λόγος είχε οριστικήσημασία ή όχι: ‘κένα γράφω, ΄κένα έρσαι(δεν θα έρθεις). Είναι φανερό ότι στονλεκτικό ιδιωματισμό των Οφιτών δεν υπήρχε οριστικήέγκλιση στο χρόνο Μέλλοντας ήδιαρκείας ήταν αυτός ή στιγμιαίος(απλός), μια και αποδίδονταν πάντα με το«να»:να έρχουμαι(αντί θα έρχουμαι), να πας (αντί θα πας) κ.τ.λ.
Άλλη ερωτηματική έκφραση τωνΟφιτών, παλαιότερα και μεταγενέστερα, ήταν η «οδιά» ή «ογιά»: οδιά ‘κίδουλεύεις; ογιά ‘κί τρως; Δεν γνωρίζουμε το ετυμολογικό αυτών των ερωτηματικώντύπων, γιατί οι παλαιότεροι Οφίτες όσοι κατέγιναν με τα γράμματα, δεν μαςάφησαν κανένα γραπτό πάνω στο ιδιόμορφο οφίτικο λεκτικό ιδίωμα.
Οι Οφίτες, όταν εξέφραζανθαυμασμό, χαρά, έκπληξη κ.α., έκλειναν την πρόταση με το μόριο «τα»παρατεταμένα: να έρχουντανε τά-ά-ά. Τέλος, όσον αφορά τους εκφραστικούςτρόπους, που δηλώνουν έντονα ψυχικά συναισθήματα(θυμό, φοβέρα) έβαζαν στο τέλοςτης πρότασης ένα «α΄.» παρατεταμένο: να κρούω σε, ά΄.΄.΄.(θα σε δείρω).δέβα χάθ’ απ’ αδά,ά΄.΄.΄.(αϊ, χάσου από ’δω΄. Τσακίσου από ’δω΄.).
Άρθρα
Στον οφίτικο λεκτικό ιδιωματισμότα άρθρα παίζουν τον ίδιο ακριβώς ρόλο, που παίζουν στη γενική ελληνικήγραμματολογία, αντίθετα με τους άλλους ποντιακούς ιδιωματισμούς, όπου τα άρθραο, η, οι, μπροστά από ονόματα ή επίθετα, που αρχίζουν από φωνήεν ή δίφθογγο,παραλείπονται. Οι Οφίτες έλεγαν: ο Αγαθοκλής κοιμάται (αντί: Αγαθοκλήςκοιμάτεν). Η Ελέγκωάρωστεσα εν (αντί: Ελέγκω άρωστος εν).
Τα άρθρα ο, το, στη γενική τουενικού έχουν τον τύπο την δημοτικής, του: του Πάντσο(και του Πανίκα), του κυρούμ’(αντί:τη Πανίκα(και τη Πάντσονος)), τη κυρού μ’(όπως αλλού).
Ουσιαστικά
Τα ουσιαστικά που λήγουν σε-ος-,στην ονομαστική του ενικού διατηρούν το τελικό-ος-, όταν είναι κατηγορούμενα.Αντίθετα, όταν το ουσιαστικό φανερώνει πρόσωπο, πράγμα, κατάσταση ή ενέργεια,χάνει το τελικό-ς-. Π.χ. ο άνθρωπο άνθρωπος νά έν: ο άνθρωπο (πρόσωπο),άνθρωπος νά έν (ιδιότητα: κατηγορούμενο).
Παρατηρήσεις
α) Η ονομαστική και αιτιατική τωναρσενικών που τελειώνουν σε-ος και των ουδετέρων σε-ο, δεν παίρνουν τοχαρακτηριστικό τελικό-ν των άλλων ποντιακών ιδιωματισμών. Π.χ. ο δέσκαλο, οΝίκο, τον άχαρο, το μωρό (αντί: τον δέσκαλον, τον άχαρον το μωρόν).
β) Τα ουσιαστικά (και τα επίθετακαι οι αντωνυμίες) δεν έχουν γενική πληθυντικού και εκφέρονται περιφραστικά με ονομαστική:το τερτίπ’ντό έχουνε οιανθρώπ’(:τ’ ανθρωπίων το τερτίπ’):το σύστημα που έχουν οι άνθρωποι ή το σύστηματων ανθρώπων.
γ) Τα αρσενικά και θηλυκά τωνουσιαστικών(και των επιθέτων και των αντωνυμιών) στην αιτιατική του πληθυντικούδεν παθαίνουν συγκοπή. Π.χ.τα’αγούρους, τοί καταραμένους, τοί τρανούς, τοί γυναίκους, τ’εμετέρους(αντί:τ’αγούρ’τς, τοί γυναίκ’ς κ.α. των άλλων περιοχών). Κατά γενικό κανόνα, το τελικό-ν-στα ουσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες και μετοχές στον Όφη ήταν τελείως άγνωστο.
δ) Τα αρσενικά ουσιαστικά καιεπίθετα, που τελειώνουν σε-ης- έχουν τις ίδιες καταλήξεις με τις αντίστοιχεςτης δημοτικής: ο Βασίλης, ο χαμάλης, ο ζαϊφης(αντί: ο Βασίλ’τς, ο χαμάλ’τς).
ε) Πολλά ουσιαστικά στη γενική τουενικού και στην ονομαστική του πληθυντικού είναι ακατάληκτα: του τεμπέλ’-οι τεμπέλ. Άλλα στη γενική του ενικούπαίρνουν κατάληξη-ι-: ο άνθρωπο-τ’ανθρώπί, το ζύμετρο-του ζυμετρί.
στ) Στον οφίτικο λεκτικό ιδιωματισμό δεν υπάρχουντριτόκλιτοι τύποι: ο Γιάγκο-του Γιάγκο, ο τραγωδιάνο-του τραγωδιάνο(αντί: οΓιάγκον-τη Γιάγκονος, ο τραγωδιάνον-τη τραγωδιάνονος).
Υποκοριστικά
Στον οφίτικο λεκτικό ιδιωματισμόόλα τα υποκοριστικά τελειώνουν σε -ικα και στον πληθυντικό είναι ουδέτερουγένους:
ογάιδαρο ηγαϊδουρίκα τα γαϊδουρίκας
τοτραπέζ’ ητραπεζίκα τα τραπεζίκας
ηπατσή η πατσίκα τα πατσίδιας
τοτρισκέλ’ ητρισκελίκα τα τρισκελίκας
Επίθετα
Θετικός Συγκριτικός Υπερθετικός
καλό(καιγια κι άλλο καλό τσίπ καλό
τατρία γένη) και
κιάλλο καλλίο
μακρύ(καιγια κι άλλο μακρύ τσίπ μακρύ
τατρία γένη)
άσπρο(καιγια κι άλλο άσπρο τσίπ άσπρο
τατρία γένη)
Ο συγκριτικός και υπερθετικός βαθμός σχηματίζονται συνήθωςπεριφραστικά. Εξαιρούνται μερικά, όπως: άσπρο, κι άλλο άσπρο και ασπρύτερο,σαγλάμ, κι άλλο σαγλάμ και σαγλαμύτερο(συγκριτικός).
Τα επίθετα κατά κανόνα είναι μονοκατάληκτακαι ουδετέρου γένους. Όταν συνοδεύουνουσιαστικό που φανερώνει πρόσωπο, έχουν και θηλυκό γένος: η ασκεμέσα γυναίκα, ηκαλέσα γειτονάβα.
Στο οφίτικο λεκτικό ιδίωμα δεν υπάρχουν διαφορισμοί ανάμεσα στα απλάκαι σύνθετα επίθετα. Οι Οφίτες έλεγαν:
ο έμορφο – η εμορφεσα (αντί:(η)έμορφος).
ο άσκεμο – η ασκεμέσα (αντί:(η)άσκεμος)σανσύνθετα
Για τα επίθετα βλέπε και παρατηρήσεις ουσιαστικών.
ΡΗΜΑΤΑ
Ενεστώτας
γράφ-ω παίζ-ω κόφτ-ω πά-ω
γράφ-εις παίεις κόφτ-εις πάς
γράφ’ παίζ’ κόφτ’ πά-ει
γράφ-ουμε παίζ-ουμε κόφτ-ουμε πά-με
γράφ-ητε παίζ-ητε κόφτ-ητε πά-τε
γράφ-ουνε παίζ-ουνε κόφτ-ουνε πά-νε
Παρατατικός
α΄, β΄, γ΄, ενικού όπως και στη δημοτική.
Τα πληθυντικά πρόσωπα τονίζονταιπέρα από την προπαραλήγουσα:
έ-γραφαμε έ-παίζαμε έ-κοφταμε επέ-(γ)ιναμε
έ-γραφετε έ-παιζετε έ-κοφτετε επέ-(γ)ινετε
έ-γραφανε έ-παιζανε έ-κοφτανε επέ-(γ)ινανε
Ενεστώτας
βρέχου-μαι,βρέSHε-σαι, βρέSHε-ται
βρέχου-μες(τ), βρέSHε-στε, βρέχου-ντανε
Παρατατικός
εβρέχου-μουνε,εβρέχου-σουνε, εβρέχου-τουνε,
εβρέχου-νες(τ),εβρέχου-σουνες(τ),εβρέχου-τουνε.
Παρατηρήσεις:Στον οφίτικο λεκτικό ιδιωματισμό τα ρήματα στο δεύτερο ενικό του ενεστώτα καισ’ όλα τα πρόσωπα και των δύο αριθμών του παρατατικού δεν παθαίνουν τη γνωστή συγκοπή των άλλων ποντιακών ιδιωματισμών(γράφ’τς, έγραφ’νες, επέγν’ετεν κ.α.)
Στοδυνητικό παρατατικό το μόριο «να»(αντί του θα) κατά κανόνα εκθλίβεται: ν’ έρχουμουνε,ν’ έποινες, ν’ έτρωγανε.
Χαρακτηριστικοίρηματικοί τύποι, άγνωστοι εντελώς στις άλλες περιοχές του Πόντου είναι οι εξής:
αςείχα ποισίνα(ας είχα κάμει ή μακάρι να είχα κάμει).
εγράψηνα(να έγραφα), επορπατέσηνες(να ή ας περπατούσες)
Είναικλιτοί σ’όλα τα πρόσωπα και των δύο αριθμών.